Κοντά εξήντα χρόνια έζησε μακριά απ' το χωριό ο Κροκυλιώτης γιατρός Δημήτρης Σταυρόπουλος κι όμως ποτέ του δεν ξέχασε την γενέτειρα και δε στέρεψε, ούτε για μια στιγμή, ή νοσταλγία του γι’ αυτή...
Άμα ξέμπλεξε απ’ τό Μικρασιατικό πόλεμο, έτυχε νά βρεθεί στις Σέρρες κι εκεί εγκαταστάθηκε, σα γιατρός, οριστικά, κι έμεινε κάπου πενήντα χρόνια. Καμιμιά φορά, άμα του επιτρέπανε οι επαγγελματικές του ασχολίες, έπισκεφτόταν για λίγο το χωριό καί ξαναγύριζε στή δάση του. Όμως ή σκέψη του φτερούγιζε, ολοένα, εκεί κι ή επιθυμία του ήταν να βρει, κάποτε, μόνιμο αποκούμπι στο ήσυχο αγκυροβόλι του. Και θυμάμαι όταν, πριν από καμμιά 25αριά χρόνια, έτυχε νά συναντηθούμε, συμπτωματικά, εκεί στις Σέρρες, με πόση λαχτάρα μίλαγε για το Κρσκύλειο καί πόσο ζωντανή διατηρούσε τή θύμησή του καί λαχταρούσε νά ξαναγυρίσει για να ξαναζήσει στην απανεμιά του.
Πέρασαν, ώστόσο, τόσα πολλά χρόνια και δέν του ήταν γραφτό νά πραγματοποιήσει αύτό του το όνειρο. Γιατί ή μοίρα, όπως ξέρουμε, είναι άδυσώπητη καί δε συγκινείται άπό συναισθηματισμούς. Κι όταν κατάλαβε πώς πλησίαζε τό τέλος του, ζήτησε, σά στερνή του θέληση, νά τον πάνε στο χωριό, γιά νά τον θάψουν στά γενέθλια χώματα, όπου βρίσκονταν οί πατρογονικές του ρίζες κ ι άναπαύονταν καί οί γονέοι του. Κι οί δικοί του, όχι μονάχα τον πήγαν στο χωριό καί τον έθαψαν στο γραφικό κοιμητήρι του, άλλα επειδή ήξεραν τή μεγάλη άγάπη του γι’ αύτό, είχαν τήν έμπνευση ν ’ άποθέσουν στο μνήμα του, σάν μεταθανάτια προσφορά, μαρμάρινη ταφόπετρα μέ γραμμένο πάνω της ένα ποίημα, πού είχε γράψει ό ίδιος γιά τό χωριό.
Απ’ αυτό του το ποίημα, πού σίγουρα θα το είχε εμπνευστεί σε κάποιες στιγμές νασταλγικού στοχασμού και μαρτυράει την αγάπη και τη λαχτάρα αυτουνού του πατριδολάτρη Κροκυλειώτη για το χωριό, παραθέτω ένα κομμάτι. Γιατί αυτό μούδωκε και το κέντρισμα για να γράψω τούτο μου το δημοσίευμα.
Αγνάντια στο Κροκύλιο
Αγναντεύω τα Ολύμπια βουνά σου
φτωχό μου χωριό.
Στις βαθειές ρεμματιές
κατηφόρες πλαγιές
που ‘ναι ντυμένες μ’ ελάτια
πουρνάργια κι οξυές.
Αγναντεύω τα πανώρια πλατάνια
που στη σκιά τους καθήσαν γενιές
τις πανόμορφες πέτρινες βρύσεις
που κρυστάλινο χύνουν νερό
να ποτίσουνε κήπους φυτιές
και οι μύλοι ν’ αλέσουν σοδιές.
Περασμένοι γλυκοί στοχασμοί
απ’ του πατέρα την άγια Γη.
Δεν ξεχνώ «Τα Χριστά σου Ανέστη»
ω Ναέ της πλατείας τ ‘ Αι Γιώργη.
Της μεγάλης βδομάδας σκοτάδια
που τα φέγγει κεριά σε χαρτένια φανάρια
Για ν’ ακούσουν πιστοί ψαλμούς και τροπάρια
της μεγάλης γιορτής σαν κι αυτή της Λαμπρής.
Αγναντεύω τα γύρω ξωκλήσια
κορφιανά και καμπήσια,
που μπροστά τους όσοι περνούν
γονατούν , προσκυνούν
και σταυρούς στα ουράνια σκορπούν
Περασμένων γλυκοί στοχασμοί
απ΄ της μάνας την Άγια Γη.
Αγναντεύω φτωχά χωραφάκια
όλα τώρα….ξελάστρες
που στα νειάτα μας ήτανε γλάστρες
για να δώσουν μπομπότας ψωμάκι
να τραφή, ν΄ανδρωθή
το μικρό παιδικό μας κορμάκι.
Αγναντεύω τ΄αξέχαστα αμπέλια
που στα πλάγια του Μόρνου βλασταίνουν
για να δώσουν στον τρύγο χαρές
σε γερόντους νέους και νηές.
Περασμένων… Γλυκοί στοχασμοί
Στων γονιών μου την Άγια Γη.
***
Παρακάτω παρουσιάζουμε μερικούς πίνακεςτου Δημήτρη Σταυρόπουλου τους οποίους μας έστειλε η εγγονή του Αθηνά Βαθή.