Ιστορικά
Η διένεξη Διάκου -Σκαλτσά και το επεισόδιο με τους Περλιγκαίους
27/01/2021
Ημ/νια Εκδήλωσης: 30/11/2000
Στη παρακάτω ιστορία αρχίζουμε παρουσιάζοντας τη ζωή του Δήμου Σκαλτσά, τη κατάταξη του Διάκου στο σώμα του Σκαλτσά και τη διένεξη μαζί του που είχε ως αποτέλεσμα να φύγει ο Διάκος για τη Λειβαδιά. Στη μικρή συντροφιά του ήταν και ένας ή δύο Κροκυλιώτες Περλιγκαίοι που είχαν και συγγένεια με το Διάκο. Μάλιστα η προφορική παράδοση της οικογένειας Περλίγκα διασώζει ότι φεύγοντας ο Διάκος από το Σκαλτσά για τη Λειβαδιά το πρώτο βράδυ κοιμήθηκε στο παλιό Περλιγκαίικο σπίτι στο Παλαιοκάτουνο. Το επεισόδιο αυτό δημιούργησε αργότερα άλλο επεισόδιο ενάντια στους Περλιγκαίους που είναι και το θέμα της ιστορίας που θα διαβάσετε.

«Μικρός ο Δήμος δεν ηρκέσθη να βόσκει ποίμνια επί των Βαρδουσίων αλλά σκληροτράχηλος και ατίθασος όχι μόνον δια να αποφύγει τον ζυγόν των Τούρκων αλλά και δια να εκδικηθεί κατέφυγεν εις τον «ταϊφάν» των περίφημων κλεφτών Κοντογιανναίων. Ούτοι είχον τα λημέρια των επί της Οίτης και έδρων περί το Πατρατζίκι, δηλ. τας Νέας Πάτρας, την Yπάτην. Συντόμως εγένετο Κολιτζής, δηλ. προσκεκολλημένος εις τούτους αλλ’ αρχηγός ιδίας ομάδος.
Αργότερον τον ευρισκόμεν πρωτοπαλλήκαρον του κλέφτου Τσάμ Καλόγερου, όστις μετά, εβδομήκοντα ανδρών άριστα οπλισμένων και ησκημένων εις τους αγώνας των κλεφτών έδρα από των Βαρδουσίων μέχρι του Ζυγού. Σημαντικόν στέλεχος του σώματος τούτου ήτο και ο Γούλας. Εδώ αργότερον προσελήφθη και ο Αθανάσιος Διάκος ιδιαιτέρως εις την ομάδα του Σκαλτζοδήμου. Κατά τας επιχειρήσεις όμως των Γάλλων εις την Ήπειρον εξηφανίσθη ο Τσάμ Καλόγερος καταταχθείς ίσως εις τον Γαλλικόν στρατόν. Τότε έγινε καπετάνιος του σώματος ο Σκαλτζοδήμος και είχε ως πρωτοπαλλήκαρά του τον Γούλαν και Διάκον. Συνέβη τούτο, διότι και πρεσβύτερος ήτο και εμπειρότερος αλλά διότι και διέθετε διοικητικά προσόντα ανώτερα των άλλων.
Σχετικά με τον Διάκο τα γεγονότα ευρύτερον, φαίνεται να έχουν ούτω: Ως ανεφέρθη, ενώ ακόμη έζη ο Τσάμ Καλόγηρος, ο Διάκος κατόπιν φόνου παιδός, τον οποίον διέπραξεν εις πανήγυριν κατέφυγεν εις το σώμα του και ιδιαιτέρως εις την ομάδα του Σκαλτσοδήμου. Επανήλθεν όμως ούτος εις το μοναστήριον δι’ ολίγον και τέλος επέστρεψεν πάλιν εις τους κλέπτας μονίμως. Σύν τω χρόνω και με την εξαφάνισιν του Τσάμ Καλόγερου ο μέν Σκαλτσοδήμος έγινε καπετάνιος του ταϊφά, ο δε Διάκος πρωτοπαλλήκαρον. Κατά την περίοδον αυτήν, ενώ συνειργάζοντο οι δύο άνδρες ήλθον εις προστριβάς μεταξύ των. Συνεκρούσθησαν ο πεντηκονταπενταετής σκληροτράχηλος κλέφτης και ο μη αποκτήσας εισέτι πείραν και χαρακτήρα κλέφτου Διάκος.
Ο Σκαλτσοδήμος συνέλαβεν αιχμάλωτον τον εκ Μουσονίτσης συγγενή του Διάκου Παπαδημητρίου. Ο Διάκος επενέβη υπέρ του συγγενούς του και άφησε να εννοηθή ότι θα εφαρμόση και ούτος αντίποινα εις τους συγγενείς του καπετάνιου αλλ’ ούτος του απάντησε: «Ψήσε τους και φα τους». Ο Διάκος επιδιώκων την απελευθέρωσιν του συγγενούς του συνέλαβεν τον εξ Αρτοτίνης συγγενή του Σκαλτσά Τρυπαναγνώστην. Και οι δύο εκράτουν τους αιχμαλώτους εις τον ίδιον λημέρι, έως ότου επήλθεν συνεννόησις, απελευθέρωσις των αιχμαλώτων και συμφιλίωσις μεταξύ καπετάνιου και πρωτοπαλλήκαρου.
Επί οκτώ έτη Σκαλτσοδήμος και Διάκος συνειργάζοντο και μάλιστα ο Α. Καρκαβίτσας αναφέρει ότι όταν ο Αλής εκάλεσε το 1814 όλους τους αρματολούς της Στερεάς δια να λάβει «πιστά» και τους οργανώσει κατά του Σουλτάνου ο Σκαλτσάς έστειλε ως αντιπρόσωπόν του τον Διάκο, γεγονός μη πιστευόμενον παρά τινων. Συν τω χρόνω όμως επήλθε ψυχρότης και κατάστασις υποψίας μεταξύ των δύο ανδρών, διότι είναι αληθές ότι διέφερον ως προς τον χαρακτήρα οι δύο ούτοι, κυρίως όμως διότι πρόκριτοι τινές δυσηρεστημένοι από την σκληράν νοοτροπίαν, την οποίαν διέθετεν προς επιβίωσίν του ο παλαιός κλέφτης Σκαλτσοδήμος, μη έχοντες δε λόγω του τρόπου της ζωής, την οποίαν διήγον, ορθήν προοπτικήν διά την έκρηξιν και έκβασιν του μεγάλου γεγονότος, είχον εναγκαλισθή, ως σανίδα σωτηρίας, τον διάκονον Αθανάσιον, όντα κολιτσήν ιδιαιτέρως της περιφέρειας, εκμεταλλευόμενοι το ευπροσήγορον και καλοπροαίρετον του χαρακτήρος του και ραδιουργούντες εις βάρος του καπετάνιου προς εξοβελισμόν του. Η ατμόσφαιρα των σχέσεων των δύο ανδρών κατέστη βαρεία και υπήρξε κίνδυνος ενόπλου ρήξεως. Εις την πανήγυριν μάλιστα της Αρτοτίνης συνηντήθησαν οι δύο άνδρες, αλλ’ ο Σκαλτσοδήμος εφέρθη με ψυχρότητα. Ο διάκος εζήτησεν τον λόγον, έλαβε δε την κάτωθι απάντησιν: «Τι τα θές. Δύο άτια σ’ ένα ταβλά δεν κάνουν. Ή εγώ θα φύγω ή εσύ». Και ο Διάκος σεβασθείς την ορθοφροσύνην του καπετάνιου απεχώρησεν δια Σάλωνα, όπου μη γενόμενος δεκτός εις τους αρματολούς, κατέφυγεν εις Λεβάδειαν προς τον Ανδρούτσον και διέπρεψεν.
Φεύγων ο Διάκος έλαβεν μετ’ αυτού από το αρματολίκι Λιδωρικίου κατά μίαν εκδοχήν τον Γούλαν, δύο Μπακογιανναίους εκ Σουρουστίου και τον εξάδελφον του Αντ. Κοντοσόπουλον κατόπιν Γεράντωνον. Κατ’ άλλην είκοσι άνδρες, δηλαδή την αρματολικήν του περίπου ομάδα και κατά τον Α. Καρκαβίτσαν μόνο ένα εκ των συντρόφων του, τον Περλίγκα. Φυσικόν είναι να μη έφυγεν μόνος του ο Αθ. Διάκος, διότι ηγείτο ομάδος και ήτο αγαπητός. Δεν φαίνεται όμως να έλαβε πολλούς, διότι θα ήτο δύσκολος η ένταξίς του μετά πολλών εις άλλο αρματολίκι. Ο Περλίγκας όμως ή μόνος ή μετ’ ολίγων τον ηκολούθησεν δια τούτο και η μήνις του καπετάνιου κατά της οικογένειας Περλίγκα, ως κατωτέρω θα ίδωμεν, όπου έχουμε εν κρούσμα δια το οποίον δεν ευθύνεται εξ ολοκήρου ο Σκαλτσάς. Δεν δύναται τις όμως να αμφιβάλη δια την τακτοποίησιν του.
Yπάρχει προσέτι και η κατωτέρω αναφορά των Δημητρίου Περλιγγάκη και Γεωργάκη Περλίκα, η οποία έχει ούτω:

Σεβαστή Διοίκησις,
Δια της παρούσης μας αναφοράς αναφερόμεθα προς την Σεβαστήν Διοίκησιν ότι και προλαβόντως ανεφέρθημεν εις το Yπουργείον, δια το άδικον γδίσιμον του σπιτιού μας και ξαρμάτωμα όπου μας έκαμε ο στρατηγός Δήμος Σκαλτσάς. Το Yπουργείον μας έδωσε διαταγήν προς τον κύριον Αινίαν και εις τον στρατηγόν  Δράκον όπου να του είπουν συμβουλευτικώς όσα αδίκως μας επήρε να μας τα επιστρέψει, οι οποίοι του είπον μία και δύο και δεν ηκούσθησαν. Εις την Συνέλευσιν του Σάλωνος επαρρησιάσθημεν με αναφοράν μας και υπεσχέθη να μας τα δώσει. Ας αφήσομεν ότι δεν μας έδοσεν ούτε το παραμικρόν, μόνον μας εστέρησεν και από την ίδιαν πατρίδα μας ζαπώνοντας τα πατρικά μας μούλκια και ημάς χωρίς να ημπορέσωμεν να πατήσωμεν εις τον πατρικόν μας τόπον. Εις τον Εκλαμπρότατον Γενικόν Διευθυντήν της Δυτικής Ελλάδος κύριον Μαυροκορδάτον επαρρησιάσθημεν με αναφορά μας. Και μας έδοσεν διαταγήν του συμβουλεύοντάς τον να μας επιστρέψει το δίκαιόν μας, και αυτός δεν ηκούσθη. Ιδού και τώρα δεν λείπομεν να κοπιάζωμεν και να ζητήσωμεν το δίκαιόν μας από την Σεβαστήν Διοίκησιν, και αν η Διοίκησις δεν μας δικαιώσει, να μας δείξει που έχομεν ημείς οι αδικούμενοι και κατατρεχόμενοι να λάβωμεν το δίκαιόν μας και που έχομεν ζήσωμεν εις το εξής όπου δεν μας έμεινε τόπος. Μάλιστα και δεν ελπίζομεν και από την δούλευσιν της πατρίδος. Καθώς ο θείος μας διάκονος εθυσιάσθη ο πρώτος δια την ελευθερίαν του γένους ομοίως και οι λοιποί ιδικοί μας. Καθώς και ημείς οι δύο αδελφοί είμεθα κατατζακισμένοι από ταις Μπάλαις των εχθρών και αυτάς δια ανταμοιβήν μας έκαμεν ο άνωθεν στρατηγός, μας έκαμεν να λιμοκτονούμεν και του επιούσιου. Διό και δια πληροφορίαν της Σεβαστής Διοικήσεως περικλείεται κατάλογος των αρπαχθέντων μας πραγμάτων παρά του ιδίου.
Τη 23 Φεβρ. 1825
Ναύπλιον    Οι ευπειθείς πατριώται
Γεωργάκης Περλίκης
Δημήτριος Περλιγγάκης

Κατάλογος των αρπαχθέντων πραγμάτων ως ακολούθως:

Εν τουφέκι ασημένιο καριοφίλι φραγκ.    Γρ.    800
Εν ζευγάρι παλάσκαις ασημένιες              »    350
Εν σπαθί ταμπάνι καλό                              »    1.000
Εν δακτυλίδι διαμάντι πρώτη πέτρα        »    3.000
Εν χουλιάρι ασημένιο                                 »    20
Εν κιάλι εγκλέζικον                                      »    160
16 Μαχμουτιέδες                                        »    512
11 βενέτικα                                                  »    235
25 τάλλαρα κολονάτα                                »    250
Εν υποκάμισον ανδρικόν καλόν               »    60
Μία ντούπα Πορτογαλέζικη                      »    90
Εν τσεβρέ χρυσό πρώτον                          »    50
Τρία μουσκόλια μαργαριτάρι χοντρό      »    200
                                                                   Γρ.    6.747
       
Και εν χρόνο το μαξούλι από τον τόπο μας όπου έφαγε       
Οι πατριώται
Γεωργάκης Περλίκας
Δημήτριος Περλιγγάκης



Το Yπ. Πολέμου δια του υπ’ αριθμ. 3.057 εγγράφου του καλεί τον στρατηγόν να δώσει απολογίαν περί ταύτης της υποθέσεως δια να οδηγηθεί τούτο και βγάλει απόφασιν. Τέλος και η Προσωρινή Διοίκησις δια του υπ’ αριθμ. 5036/7-4-1825 εγγράφου της τον ειδοποιεί ως κάτωθι:

Προς τον Γενναιότατον στρατηγόν Κύριον Δήμον Σκαλτζάν.
Επειδή ο Γεώργιος και Δημήτριος Περλίγγου δι‘ αναφοράς ανεφέρθησαν εις την Σεβαστήν Διοίκησιν παραπονούμενοι ότι αδικούνται και πειράζονται παρά της Γενναιότητός σου και επειδή εκ τούτου φοβούνται να κατοικήσουν εις τα ίδια και να ωφελούνται εκ των υπαρχόντων αυτών, η Διοίκησις διέταξε το Yπ. Δικαίου δια να εξετάσει την μεταξύ σας διαφοράν, το οποίον παρατηρήσαν το δίκαιον κατά τους νόμους και ευρόν αδικουμένους τους ρηθέντας διέταξε το Επαρχείον Λιδωρικίου να θεωρήσει επι παρρησία των δύο σας αναφοράν και να αποδώσει το δίκαιον όπου ανήκει. Συγχρόνως δε ειδοποίησε και την Γενναιότητά σου περί τούτου. Το Yπ. Τούτο κατά χρέος σε ιδεάζει τα ίδια, ότι οι νόμοι της δικαιοσύνης απαιτούν να παρρησιασθείς εις το Επαρχείον, να αποδόσεις τους λόγους δι’ όσα εγκαλείσαι και εις το εξής να αφήσεις τους ρηθέντας Γεώργιον και Δημήτριον Περλίγκου ησύχους να κατοικήσουν εις τα ίδια και να απολαμβάνουν τα ιδιόκτητα αυτών κτήματα διαφεντεύοντες και υπερασπιζόμενοι αυτά από κάθε εναντίον.

Έν Ναυπλίω τη 7 Απριλίου 1825

Αλλά ο στρατηγός παρ’ όλα ταύτα δεν παρουσιάσθηκε εις το Επαρχείον και δεν έλυσε την διαφοράν δια τούτο και ο Γεωργάκης Περλίγκας επανέρχεται δριμύτερος επί της υποθέσεως.

Προς το Έξοχον Yπουργείον του Πολέμου
Και προλαβόντως ο υποφαινόμενος ανεφέρθην προς το έξοχον Τούτο Yπουργείον δια τα υπογεγραμμένα διάφορα ειδήσματα των πραγμάτων μας, τα οποία άχρι τούδε δυναστικώς μου κατακρατεί ο στρατηγός Δήμος Σκαλτζάς, το δε Yπουργείον με όλον ότι μου έδωσε διαταγήν προς αυτόν δια να μου τα αποδώσει, αυτός όμως απειθών και εις τας διαταγάς και αυτής της Διοικήσεως, δεν εστάθη ουδέ τρόπος να μου τα αποδώσει.
Επειδή λοιπόν και εγώ ο δυστυχής τα μέγιστα αδικούμαι από αυτόν, και είναι αδικία τοσούτων γροσίων πράγματα αδίκως και παραλόγως να μου τα κατακρατεί. Δια τούτο αναγκασμένος παρουσιάζομαι και αύθις δια της ικετευτικής μου αναφοράς παρακαλώ θερμώς, δια να ανεφερθεί όπου ανήκει, να εκπεσθεί καν η τιμή των κατακρατουμένων παρ’ αυτού πραγμάτων μου (ήτις ανεβαίνει υπέρ τας εξ χιλιάδας) από όσα έχει να λάβει δια μισθούς του από την Διοίκησιν. Έως ότου ή τα πράγματά μου αποδώσει ή την τιμήν αυτών. Και μένω ευσεβάστως.
(24 Αυγούστου 1825)
Ο ευπειθής πατριώτης,
Γεωργάκης Περλίγγος

Κατά την αναφοράν αυτήν συνοδεύει ο ανωτέρω αναγραφείς κατάλογος των αρπαχθέντων πραγμάτων.

Η υπόθεσις είναι σοβαρά δια τον αρχηγόν των όπλων της ελευθερίας της Δωρίδος. Οι δύο Περλίγκαι και έχουν χάσει τα πράγματά των και εμποδίζονται να ζήσουν ελευθέρως εις τας κατοικίας των και τα κτήματά των. Απόδειξις τούτου είναι ότι και αι αρχαί επήραν το μέρος των. Ούτοι μάλιστα δεν είναι τυχαίοι, αλλά έχουν πολεμήσει εις Θερμοπύλας μετά του αθανάτου ήρωος Διάκου, όστις ήτο και θείος των. Κατόπιν εις Λεβάδειαν ο Γεώργιος, ο δε Μήτρος εις Νευρόπολιν «έλαβον πολλάς πληγάς». Ταύτα την 12-3-1825 βεβαιώνουν υπέρ αυτών ο Γ. Δυοβουνιώτης, ο Νάκος Πανουργιάς, ο Αλέξ. Βλαχόπουλος, ο Γιαννάκης Ράγκος και ο Μήτρος Τριανταφύλλου και προτείνουν μάλιστα να προαχθούν ο μεν Γεώργιος εις τον βαθμόν της αντιστρατηγίας, ο δε Μήτρος εις τον της Χιλιαρχίας. Την δε 6-4-1825 γίνεται και η προαγωγή των.
Είναι φανερόν ότι έχομεν εδώ συνέχειαν του μετά του Διάκου επεισοδίου. Οι δύο ούτοι είναι ανεψιοί του Διάκου, ως και οι ίδιοι ισχυρίζονται, φαίνεται δε ότι είχον ακολουθήσει τον Διάκον κατά την αναχώρησίν του εκ Δωρίδος, ως ανήκοντες ίσως εις το περιβάλλον, το οποίον έφερεν εις σύγκρουσιν τους δύο αγωνιστάς και δια τούτο ενοχλούνται. Τούτο φανερώνει ότι και η ρήξις μετά του Διάκου υπήρξε σοβαρά και επικίνδυνος».
 

Από το βιβλίο του Κ. Γ. ΔΗΜΟΠΟYΛΟY «ΔΗΜΟΣ ΣΚΑΛΤΣΑΣ», ιδιωτική έκδοση, Αθήνα 1963
Σύνθεση: Παρασκευάς Μπακαρέζος 
στη πάνω φωτογραφία "Ο γεναίος ήρος Σκαλτσοδήμος" , έργο του Μποστ (1918-1995)